Κείμενο

Το ποιητικό καφενείο, δραστηριοποιείται στα πλαίσια της ποίησης της Διεθνούς Ακαδημίας Τέχνης που στεγάζεται στον Πολυχώρο Τέχνης του Ωδείου Φουντούλη. Το τμήμα ποίησης, διοργανώνει έναν κύκλο συναντήσεων ποιητών και φίλων της ποίησης με τίτλο: ΄΄Ποιητικό Καφενείο΄΄. Οι συναντήσεις γίνονται κάθε Πέμπτη στις 8 μμ, σε μια φιλική ατμόσφαιρα στον Πολυχώρο Τέχνης ( Αντωνοπούλου 17, Βόλος), με είσοδο ελεύθερη. Στο πρόγραμμα του Ποιητικού Καφενείου και γενικότερα του τμήματος ποίησης περιλαμβάνονται: - Συζητήσεις σε θέματα ποίησης, ( τέχνες, είδη, στιχουργικές μορφές κ.α) - Αφιερώματα σε παλιούς και νέους ποιητές - Παρουσιάσεις ποιητικών συλλογών - Μελοποιημένη ποίηση καθώς και άλλες ακόμη δραστηριότητες.

Τις συζητήσεις και τις εκδηλώσεις συντονίζει ο ποιητής Κυριάκος Κυτούδης, καθηγητής του Τμήματος Ποίησης του Πολυχώρου Τέχνης και της International Art Academy. « Στα πλαίσια του Ποιητικού Καφενείου, γίνεται και δημιουργική γραφή στην ποίηση με ένα θέμα…. και πολλές εκδοχές. Αυτά τα ποιήματα είναι που παρουσιάζονται σ’ αυτόν τον ιστότοπο, όπως και άλλες ακόμη δραστηριότητες του τμήματος ποίησης.

Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2013

Αμάραντες ψυχές

Κυριάκος Κυτούδης

«αφιερωμένο στους μεγάλους ποιητές»



Όποια κορφάδα και να κόψω κάθε Αυγερινού
θα βρω στη γύρη λίγο από «δοξαστικό»,
θ’ ακούσω στην απανεμιά τους ήχους του αετού
«μη, παρακαλώ σας μη», και σαν μυστικό συναξάρι
συνεχίζουν οι κορφάδες στο πιο ψηλά τον πηγαιμό.

Όποιο σοκάκι κι αν διαβώ ψάχνοντας την Ιθάκη μου
θα συναντήσω,
«τους Λαιστρυγώνας και τους Κύκλωπας».

Όποιο δάσος κάθε φορά που με τα μάτια μου θωρώ
«θα δω αυτά τα δέντρα
που δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό».

Στα σκοτεινά,
«Η κόλαση πάντ’ άγρυπνη μου στήνετε τριγύρου
αλλά δεν έχει δύναμη πάρεξ μακριά και πέρα».

Φορές μπορεί και να βραδιάζει, μα…
«είτε βραδιάζει είτε φέγγει, μένει λευκό το γιασεμί»
Και πάνω απ’ το λευκό,
ακούω μια φωνή χωρίς φοβέρα…

«Σκάψε τι βλέπεις;
Ανθρώπους και πουλιά, νερά και πέτρες!
Σκάψε ακόμα τι βλέπεις;»

Και σαν περβολάρης,
δεν σταματώ το σκάψιμο έχοντας «πίστη,
όσο αλόγιστο και πλάνο ο νους μου κι αν το ξέρει,
προσμένω ήλιο τα μεσάνυχτα,
κι αστροφεγγιά το μεσημέρι».


Και να η χαρά,
«αχολογάει η Πίνδος σα να ‘χει ο Διόνυσος γιορτή
τα φαράγγια κατεβάζουν τραγούδια
αναπηδούν τα έλατα χορεύοντας κι οι πέτρες»

Κι «Ωχού, το πανηγύρι ναι πολύ,
κι ο τόπος είναι λίγος».

Λίγος μα, τις περισσότερες φορές, όμως μαρτυρικός,
σ’ όποιο δρόμο και να διαβώ
παντού μου πέτρες, πολλές πέτρες,
«πέτρες στο δρόμο, μα τις κράτησα όλες,
μια μέρα, μια μέρα, θα χτίσω ένα κάστρο»

Κι εκεί θα βάλω μπρούσκους αμπελώνες
και θα φωνάζω στους αέρηδες
και θα φωνάζω στα πουλιά
και θα φωνάζω στους κήπους
στις φτωχές ξερολιθιές,
και θα φωνάζω στα παιδιά…
«Μεθύστε, μεθύστε χωρίς διακοπή,
με κρασί, με ποίηση ή με αρετή, όπως σας αρέσει»

Στο τέλος, τα πάντα είναι φως, μονάχα φως
κι όταν το βρώ θα το σηκώσω
κι ας μοιάζει με σταυρό
κι ας δίπλα μου οι ανθρώποι…

«Θεριά οι ανθρώποι
δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν
χίλιες φορές να γεννηθείς
τόσες, τόσες θα σε σταυρώσουν».

Όμως, Θα κάμω τη ζωή μου όπως μου αρέσει……..
«Κι αν δεν μπορέσω
να κάμω την ζωή μου όπως την θέλω,
τούτο θα προσπαθήσω τουλάχιστον,
όσο μπορώ: μην την εξευτελίζω
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες».

Θα ψάχνω τα σημάδια στο σταυρό του νότου και…
«Ας μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής
των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων,
και ας πεθάνω μια βραδιά, σαν όλες τις βραδιές, 
χωρίς να σχίσω τη θολή, γραμμή των οριζόντων».

Μα να, κάπου στο σταυρό του νότου
με φορτωμένος λέξεις ένας σταυραϊτός
τραβάει κατά του φεγγαριού το στέκι
κι εγώ, μικρό παιδί παρακαλάω…

«Άφησέ με να ‘ρθω μαζί σου. Τι φεγγάρι απόψε!
Είναι καλό το φεγγάρι,
δεν θα φαίνεται που άσπρισαν τα μαλλιά μου
το φεγγάρι, θα κάνει πάλι χρυσά τα μαλλιά μου
δε θα καταλάβεις, άφησέ με να ‘ρθω μαζί σου».

Γίνε συ φθινόπωρο κι εγώ,
ένα πέταγμα μονάχα απ’ τα φτερά σου. Γίνε…
«Ερωτοφύσημα κι εγώ το λαμπερό σου φλούδι
το σπάω με το τραγούδι
που την απλή χαρά μου
υψώνει στα μεσούρανα πλέον απ’ τα φτερά μου».

Και μην μου λες αετόμωρφο πως είν’ αργά.
Μην μου λες… «Όσο κι αν κανείς προσέχει,
όσο κι αν το κυνηγά, πάντα, πάντα θα ‘ναι αργά,
δεύτερη ζωή δεν έχει».

Γι’ αυτό σου λέω, άφησέ με να ‘ρθω μαζί σου.
Είναι καλό το φεγγάρι,
δεν πειράζει που ασπρίσαν τα μαλλιά μου.
Είναι νωρίς, αν δεύτερη ζωή δεν έχω.


Ξέρεις εγώ…
«Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου
στις αμμουδιές του Ομήρου...
Εκεί σπάροι και πέρκες
ανεμόδαρτα ρήματα   
ρεύματα πράσινα μες στα γαλάζια
όσα είδα στα σπλάχνα μου ν' ανάβουνε».

Μάζεψα τους καρπούς άγιας ελιάς κι έριξα
«Λάδι στον ήλιο,
τρόμαξαν τα φύλλα στου ξένου το σταμάτημα
και βάρυνε η σιγή ανάμεσα στα γόνατα,
έπεσαν τα νομίσματα, Επικαλέω τοι τον Θεόν».

Άφησέ με να ‘ρθω μαζί σου,
Γιατί αλλιώς, νιώθω…

«Σαν να μην ήρθα ποτέ σ’ αυτήν εδώ τη γη
σαν να μένω ακόμα στην ανυπαρξία
σκοτάδι γύρω κι ούτε μια μαρμαρυγή
άνθρωπος στων άλλων τη φαντασία».

Είναι καλό το φεγγάρι.
Ξέω πως μ’ αγαπάει κι ας ασπρίσαν τα μαλλιά μου.

Ξέρω πως κάποτε,
όσο διαβαίνω τις αμμουδιές του Ομήρου
θα ‘βρω την Ιθάκη μου.

«Κι αν πτωχική την βρω, η Ιθάκη δεν με γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινα, με τόση πείρα,
ήδη το κατάλαβα, οι Ιθάκες τι σημαίνουν».

«Αν δεν μου ‘δινες την ποίηση κύριε»
Αν δεν μου ‘δινες τους ποιητές κύριε.
Αν δεν μου ‘δινες αυτές τις αμάραντες ψυχές κύριε.
«δεν θα ‘χα, τίποτε να ζήσω».



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου