Κείμενο

Το ποιητικό καφενείο, δραστηριοποιείται στα πλαίσια της ποίησης της Διεθνούς Ακαδημίας Τέχνης που στεγάζεται στον Πολυχώρο Τέχνης του Ωδείου Φουντούλη. Το τμήμα ποίησης, διοργανώνει έναν κύκλο συναντήσεων ποιητών και φίλων της ποίησης με τίτλο: ΄΄Ποιητικό Καφενείο΄΄. Οι συναντήσεις γίνονται κάθε Πέμπτη στις 8 μμ, σε μια φιλική ατμόσφαιρα στον Πολυχώρο Τέχνης ( Αντωνοπούλου 17, Βόλος), με είσοδο ελεύθερη. Στο πρόγραμμα του Ποιητικού Καφενείου και γενικότερα του τμήματος ποίησης περιλαμβάνονται: - Συζητήσεις σε θέματα ποίησης, ( τέχνες, είδη, στιχουργικές μορφές κ.α) - Αφιερώματα σε παλιούς και νέους ποιητές - Παρουσιάσεις ποιητικών συλλογών - Μελοποιημένη ποίηση καθώς και άλλες ακόμη δραστηριότητες.

Τις συζητήσεις και τις εκδηλώσεις συντονίζει ο ποιητής Κυριάκος Κυτούδης, καθηγητής του Τμήματος Ποίησης του Πολυχώρου Τέχνης και της International Art Academy. « Στα πλαίσια του Ποιητικού Καφενείου, γίνεται και δημιουργική γραφή στην ποίηση με ένα θέμα…. και πολλές εκδοχές. Αυτά τα ποιήματα είναι που παρουσιάζονται σ’ αυτόν τον ιστότοπο, όπως και άλλες ακόμη δραστηριότητες του τμήματος ποίησης.

Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2013

Λέξεις αδάμαστες


Νίκος Σαλπαδήμος



Σαν πληγή που πονάς και μετά ξεχνιέται
τα ιάματα όμως μη λησμονάς…
Λέξεις αδάμαστες, ο νους μου συλλογιέται
σα νότες που έπαιξε  κάποιος παλιός τζουράς.

Και η Αργώ μονάχη διαπερνά τον Ισθμό
πέλαγος ολάκερο ξεχύνετε μπροστά της
Μήπως, σαν τον Ιάσωνα κι εγώ κωπηλατώ ;
τι κι αν είμαι ένας πρώην ζευγολάτης.

Του αργαλειού εργόχειρο, μάνας χατίρι
το κάμα βγαίνει του πατρός μέσα από λιοτρίβι
λέξεις αδάμαστες βγαλμένες από έναν συνειρμό
δικαιοσύνη για ¨χρυσόμμαλο δέρας¨  με προσμένει
ξεκίνησα απ’ την Ιωλκό. 

Λέξεις αδάμαστες σε μιαν αλληλουχία
σύμβολα κι επιχρίσματα προς την Αχερουσία
το τελευταίο ψήγμα προσμονής
αυτό…κι ακόμα ένα, αντέχω !

Τι κι αν από θρόισμα ελαφρύ με δεις να πέφτω…
πάλι προσμένω τώρα από βαθιά να βγω
μέσα απ’ τα σπάργανα της Μάνας Γης.

Σκέψεις ανείπωτες, της Γης ταξίδια
μετέωρα βήματα προς του ουρανού
και του παράδεισου τα πέτρινα, τα  τοξωτά γεφύρια.

Σ’ αυτά μ’ αγάπη και δίκαιο, θέλω να κατοικήσω
πλοία Φαιάκων…βοηθοί
Θεέ μου, άσε στο πλάι σου να ‘ρθω  και να ακουμπήσω
τι σαν κάποτε  μακριά σου με άφησες να αμαρτήσω,
με δάμασε η μετάνοια
και της ανάστασης η προσμονή…

Μακρύς να είν` ο δρόμος μου
σα στην Ιθάκη να πηγαίνω
με κάμα, σα να’ ναι του πατέρα μου.











Η γνώση της άγνοιας


Εύη Νικολού


Είναι επώδυνη και θεϊκή ετούτη η ώρα!
~
“Μέσα στο βλέμμα της χάθηκε η γης, τ’ αστέρια άλλαξαν”,
άλλο το χρώμα του ουρανού σαν δεις την κατηφόρα!

Κι εγώ δεν ξέρω τι ήθελα στα αλήθεια
μπροστά μου χτίστηκαν βουνά, κατάρρευσε η συνήθεια!

Κι αυτή με κοίταζε επίμονα, με πίεζε ν’ αντέξω
τα μονοπάτια του μυαλού μου τώρα μ’ έβγαζαν απ’ έξω!

Και κάνει κρύο εδώ, πρωτόγνωρος αιθέρας
παντού το φως της ερημιάς και κρότος ξένης σφαίρας!

Μα μιαν ελπίδα στη γωνιά το μάτι της μου κλείνει
δρόμο μου δείχνει ξαστεριά, τον φόβο μου απαλύνει!

Είναι σοφία και φωτιά, της άγνοιας η γνώση
τούτη την ύστατη στιγμή το λάθος μου θα σώσει!

Κι έγινε ο δρόμος πιο μακρύς, σεντούκια κλειδωμένα
μέρες γινήκαν προσμονής, στο μόχθο της δοσμένα!

Κι ένα ταξίδι που αρχή, και τέλος δεν χωρίζουν
μέρες και νύχτες θα αγρυπνάς κι αυτές θα ξαναρχίζουν!

Μα ξέρεις πλέον… δεν πετάς, σε ουρανούς βαμμένους
γνώση στην άγνοια ζητάς, σαν θησαυρούς κρυμμένους!

Είναι επώδυνη και θεϊκή ετούτη η ώρα!
~
“Μέσα στο βλέμμα μου θαρρώ, ευθύς τα πάντα άλλαξαν”,

Γνώση: καθάριος ουρανός κι απέραντη ανηφόρα! 


Λέξεις αδάμαστες


Εύη Νικολού



Λέξεις Αδάμαστες σφηνώθηκαν στα χείλη μου
και πεταρίζουν πάνω σε χλωμό φλιτζάνι ,
Λέξεις ανείπωτες ξερίζωσαν τη μνήμη μου
κι όλο χορεύουν στου ονείρου μου την πλάνη!

Πώς να περάσω απ’ τη λήθη στην αλήθεια;
πώς να κρυφτώ απ’ της γιαγιάς τα παραμύθια;,
Πώς να κοιτώ μες σε καθρέφτη ραγισμένο;
  αφού το τώρα και το πριν με βλέπουν ξένο!

Πώς να σου πω όσα δεν ήθελες να ξέρεις;
ποτέ δεν πάλεψες τι θες να καταφέρεις;
Πώς να σου κρύψω τα όσα θέλω τα γιατί;
λέξεις αδάμαστες καρφώθηκαν στη γη!

Τώρα ο καιρός περνάει ,χάνεται ,σκορπάει
άδειασε η πλάση ,κόσμος τρέχει και σιωπάει,
Ήλιος θαμπός και μια βροχή σαν ξεφτισμένη
μέσα κι εσύ ˙ σαν ζωγραφιά ξεθωριασμένη!

Πού θες να πας δίχως φτερά, κομμένα πόδια;
ως και το δάκρυ σου στυφό σαν από ρόδια,
Γιατί μιλάς δίχως φωνή σε λάθος σώμα;

λέξεις αδάμαστες, κρυφτήκαν μες  το χώμα!


Πουθενά και παντού


Εύη Νικολού



Πουθενά και Παντού στην καρδιά και στο νου
σαν ελπίδας και θλίψης το δάκρυ
σαν να βγήκα στου κόσμου την άκρη!

Και χωρίς να σου πω, στης ματιάς το κενό
θα διαβάσεις της λέξης τον ήχο,
σαν κραυγή καρφωμένη στον τοίχο!

Πουθενά και παντού στην καρδιά και στο νου
της ψυχής μου κομμάτι χαμένο,
σαν τραγούδι κρυφά ειπωμένο!

Και φωνάζω μ’ ακούς ?
Πάμε σ’ άλλους καιρούς!
Να ξεκλέψουμε κάποιαν ελπίδα
σωτηρία ψυχής, ηλιαχτίδα!

Πουθενά και παντού ταξιδεύει ο νους
κι ο καιρός πως φρενάρει και φεύγει?

(Σαν πετάς ο όχλος αγριεύει!)
κι η ελπίδα φτερό που ξεφεύγει… 
κι επιστρέφει!

Πουθενά και παντού·

ποιος αντέχει??


Από κάθε άποψη αλλιώς

Φανή Γκουτζέρη






Περνάνε οι νύχτες, κυλούν σαν σταγόνες του Αχέροντα
κι εσύ λες, πως τα ωραία πάντα τελειώνουν με τ’ αγέρι
πως τα ωραία πρόσωπα κι οι ωραίες μας στιγμές
θα γενούν βορά, στ' αδηφάγο του χρόνου το μαχαίρι.

Κι όμως λησμόνησες τον άνισο της Άνοιξης αγώνα
να φέρει πίσω τη ζωή στην οικουμένη,
την κάθε που γεννιέται αυγή απ' τις θημωνιές του ήλιου,
πως ταξιδεύει η θάλασσα στον ουρανό και επιστρέφει,
δροσίζοντάς σου την ψυχή, και το παράθυρό σου τρέφει.

Και τα κρυστάλλινα λεπτά που ανάσες περισσεύουν
και σαν αιώνες μοιάζουνε κι αγάλματα που σμίλεψαν
το μαρμαρένιο νου σου μιας ξεχασμένης ιστορίας
το γέλιο που όργωσε στο μέτωπο, ρυτίδες ευτυχίας.

Ό, τι στο δείλι μοίρασε στην πλάση μενεξέδες
και τ' αηδονιού ψιχαλιστά τραγούδια ψιθυρίζει
αθάνατό της το κλειδί ιερό της Μνημοσύνης μείνει
το χτύπημα του ρολογιού, χάνεται, λιώνει, σβήνει.

Στα μάτια κείται η ομορφιά όσο τ' ανοίγεις και κοιτάς
όσο τα κλείνεις κι ονειρεύεσαι κι όσο θυμάσαι πώς…

Από κάθε άποψη, ο χρόνος είναι αλλιώς.


Ποιητικό αίτιο


Φανή Γκουτζέρη



Σαν χάδι από σύννεφο γλίστρησα στην αυλή σου
κ' είδα με δάκρυα να ρωτάς τη γη γιατί ανθίζει
που απ' τα πολλά της χρώματα πάλλεται το κορμί σου
και κείνη σ' αποκρίθηκε για να σε συνετίζει.

Καιρό μετά αντίκρισα το καθαρό σου βλέμμα
μες τον καθρέφτη του γιαλού να λες πώς δε στερεύει
και γράψανε τα κύματα στου φεγγαριού το γέρμα
η αρμύρα δεν τελεύεται για να σε ορμηνεύει.

Ύστερα μέσα στις βραγιές, φώναζες στον αέρα
πουθ' έρχονται τ' αρώματα, ανάσες μυρωμένες
γιατί πλανεύουν σου το νου και ξεγελάς τη μέρα
κι είπε για να 'ναι οι καρδιές αγνές κι ευλογημένες.

Τότε πήρες τ' ονείρατα, τις πεθυμιές, τα πάθη
έριξες  σπίρτα τις ευχές, λαμπάδιασε η αυλή σου
κι όλο ρωτούσες τη φωτιά γιατί καίνε τα λάθη
και θέριεψε κι απάντησε για να σε εξαγνίσουν.

Κι όταν υψώθει πάνσεμνη ολόφωτη σελήνη
με ρώτησες πώς έφτασα  στου λαγκαδιού την κόψη
γιατί ταξίδεψα το χτες και τ' αύριο αποκλίνει

ψιθύρισα για να μπορεί το τώρα να τελειώσει.


Η γνώση της άγνοιας


Φανή Γκουτζέρη




Περνώντας τους κύκλους που γράφει ο ήλιος
καθώς ζωγραφίζει τη μέρα στον κόσμο,
μαρμάρωσ' ο χρόνος τα κλειστά βλέφαρά μου
κι η οδύνη γεννήθηκε μπροστά μου με τρόμο.

Και είδα ανθρώπους να μένουν μονάχοι,
λησμονημένοι απ' το φως και το θάρρος,
χωρίς φαρέτρα να έχουν και τόξο και βέλη
κι η ευθύνη του αύριο να γίνεται βάρος.

Και είδα παιδιά να θρηνούν τα φτερά τους,
τσακισμένοι  ουρανοί στις ακτές του ονείρου,
που μια κίβδηλη ελπίδα, θετή τους μητέρα
εγκατέλειψε δείχνοντας το πέρας τ' απείρου.

Μα ο πιο ανελέητος πόνος που είδα,
που σπαράζει τα τρίσβαθα σαν κοιτά στον καθρέφτη
είν' τ' ανθρώπου που ξέρει πως στ' αλήθεια δεν ξέρει

πώς να φτάσει σ' Εκείνο π' ολόψυχα θέλει.